Print this page

Παρασκευή 29 Οκτωβρίου 2010

ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΟΞΟΒΟΛΙΑΣ ΣΤΗΝ ΑΡΧΑΙΟΤΗΤΑ

ΑΡΧΑΙΟΤΗΤΑ

Το τόξο και το βέλος έχουν πολεμική και κυνηγετική προέλευση που χάνεται στα βάθη του χρόνου. Υπάρχουν ενδείξεις χρήσης του τόξου που παραπέμπουν στην παλαιολιθική εποχή, 20.000 χρόνια πρίν. Ολοι οι λαοί του πλανήτη έχουν στην ιστορία τους ενδείξεις χρήσης του τόξου. Από τους κατοίκους του παγωμένου βορρά έως αυτούς της γης του πυρός, όλοι χρωστάμε σημαντικό μέρος της εξελικτικής μας πορείας στο τόξο.
Είναι το πρώτο όπλο που έδινε την δυνατότητα στον άνθρωπο να επιτεθεί από απόσταση μεγαλύτερη από εκείνη που καλύπτει ένα εγχειρίδιο και επομένως ήταν, μαζί με το ακόντιο, τα πρώτα εκηβόλα όπλα.
Το τόξο δεν είναι τίποτα άλλο από μια εκπληκτική μηχανή αποθήκευσης της ήπιας δυναμικής ενέργειας του ανθρώπινου σώματος και μετατροπής της σε ακαριαία αποδιδόμενη κινητική. Αναμφισβήτητα πρόκειται για την πρώτη εφεύρεση που επιτυγχάνει την αποθήκευση ενέργειας μέσω της παραμόρφωσης της ύλης και μάλιστα με τεράστια χρονική διαφορά από τη δεύτερη που θα μπορούσαμε να πούμε ότι είναι ο καταπέλτης ή το ελατήριο που εμφανίστηκαν πολύ αργότερα.
Αυτή ακριβώς η θαυμαστή ιδιότητά του είναι που το συνέδεσε στις συνειδήσεις των αρχαίων λαών με τους θεούς. Στο δωδεκάθεο η τέχνη του τόξου - η τοξευτική - διδάσκεται και προστατεύεται από το θεό Απόλλωνα και την αδελφή του Αρτεμη.
Ολοι οι λαοί της αρχαιότητας, άλλοι λιγότερο και άλλοι περισσότερο, χρησιμοποίησαν το τόξο και σαν πολεμικό όπλο εκτός από κυνηγετικό.
Η πρώτη ιστορικά βεβαιωμένη χρήση του τόξου έγινε από τους αρχαίους Αιγυπτίους, περί τα 5.000 χρόνια πριν, εναντίον των Περσών που πολεμούσαν ακόμα με ακόντια και σφεντόνες. Ηταν ένα μακρύ κομμάτι ελαστικού ξύλου που με την χρήση ενός τένοντα (χορδή) έπαιρνε καμπύλο σχήμα.
Πιθανολογείται ότι οι Ασσύριοι γύρω στο 1.200 π.χ. προσέθεσαν στο απλό καμπύλο σχήμα του τόξου δύο προεκτάσεις στα άκρα σε σχήμα κύρτωσης αντίθετης προς την καμπύλη του τόξου, δημιουργώντας έτσι ένα νεο τύπο τόξου: το αντίκυρτο τόξο γνωστό και σαν recurve (ρικέρβ). Το αντίκυρτο τόξο ήταν μια σημαντική εξέλιξη γιατί ήταν και δυνατότερο και πολύ κοντύτερο πράγμα που το έκανε πιο ευέλικτο και βολικό για τους έφιππους πολεμιστές. Σπουδαίοι τοξότες, έφφιποι και μη, ήταν και οι Σκύθες. Χρησιμοποιούσαν ένα αντίκυρτο τόξο φτιαγμένο από ξύλο, τένοντα και κέρατο ζώου γνωστό σαν ασιατικό σύνθετο τόξο(asiatic composite)

ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΑΔΑ

Στην Αρχαία Ελλάδα το τόξο είχε κυρίως κυνηγετική χρήση, σαν πολεμικό όπλο αναδείχθηκε κατά την διάρκεια του πελοπονησιακού πολέμου. Δεν θεωρήθηκε ποτέ αγώνισμα άξιο να συμπεριληφθεί στους Ολυμπιακούς Αγώνες γιατί, σαν εκηβόλο όπλο, δεν αναδείκνυε την ανδρεία του πολεμιστή.
Οι Eλληνες χρησιμοποιούσαν και απλά και αντίκυρτα τόξα. Για την κατασκευή τους είναι γνωστοί δυο τρόποι. Στον πρώτo (*) χρησιμοποιούσαν ένα καμπύλο στέλεχος, ισχυρό και ελαστικό, κατασκευασμένο από ξύλο κρανιάς. Στo δεύτερo (**), το στέλεχος γίνονταν από δύο κέρατα αντιλόπης ή άλλου οπληφόρου ζώου τα οποία αφού πλάνιζαν έτσι ώστε να γίνουν ελαστικά, τα έδεναν μέσω της βάσης τους σε ξύλινη λαβή. Στα δυο άκρα άκρα του στελέχους δένονταν η νευρά, χορδή κατασκευασμένη από νεύρα ή συνεστραμμένα έντερα ζώων. Το βέλος ή τόξευμα ήταν από σκληρό ξύλο κατεργασμένο σε λεπτό κύλινδρο μήκους 45εκ έως 60εκ που στη μια άκρη του είχε σφηνωμένη σιδερένια ή ορειχάλκινη αιχμή και στην άλλη είχε χάραγμα, τη γλυφίδα, για να προσαρμόζεται στη νευρά. Για σταθερότητα στη βολή διέθετε και διπλή φτέρωση στο πίσω μέρος. Τα βέλη τοποθετούνταν σε ειδική θήκη με πώμα, τη φαρέτρα που χωρούσε έως 20 βέλη. Η θήκη φύλαξης του τόξου λεγόταν γωρυτός. Το βεληνεκές έφτανε και τα 200μ!, πράγμα πολύ σημαντικό όταν γίνονταν συγκεντρωτική τόξευση εναντίον αντίπαλου στρατού σε πυκνό σχηματισμό. Το τόξο είχε πρώτα εισαχθεί στη Κρήτη. Στη ηπειρωτική Ελλάδα πρωτοεμφανίζεται στο μυκηναϊκό πολιτισμό.
Σύμφωνα με την Ιλιάδα, χρησιμοποιήθηκε εκτενώς κατά την πολιορκία της Τροίας όπου έγιναν και οι γνωστοί ταφικοί αγώνες με τόξο, άρμα και ακόντιο, που διοργάνωσε ο Αχιλλέας προς τιμή του Πάτροκλου.

Στην αρχαϊκή και κλασσική εποχή οι τοξότες μαζί με τους ακοντιστές και τους σφενδονίτες αποτελούσαν το ελαφρύ πεζικό - τους "ψιλούς". Επειδή το τόξο για να είναι αποτελεσματικό χρειαζόταν πολύχρονη εξάσκηση και αφιέρωση, πράγματα που δεν διέθεταν οι πολίτες που συνήθως απάρτιζαν το ελαφρύ πεζικό, οι περισσότερες πόλεις-κράτη προτιμούσαν να χρησιμοποιούν σώματα μισθοφόρων τοξοτών. Φημισμένοι μισθοφόροι τοξότες ήταν οι Κρήτες και οι Σκύθες, αλλά καλούς τοξότες είχαν και άλλες πόλεις όπως η Χίος, η Δήλος, η Ρόδος, η Κύπρος. Ο Γέλων στις Συρακούσες διέθετε το 480 π.χ. δύναμη από 2.000 τοξότες. Οι Αθηναίοι το 479 π.χ. είχαν σημαντική δύναμη που διακρίθηκε εαντίον του περσικού ιππικού πριν από την μάχη των Πλαταιών. Από τα μέσα του 5ου αιώνα οι Αθηναίοι δημιούργησαν μόνιμο σώμα τοξοτών. Στις παραμονές του πελοποννησιακού πολέμου ο Περικλής ανέφερε ότι διέθεταν 1.600 τοξότες πεζούς, εκτός από τους έφιππους, τους ονομαζόμενους ιπποτοξότες.

Φημισμένοι τοξότες ήταν ο ήρωας Ηρακλής με το θεϊκό τόξο που του χάρισε ο Απόλλωνας, ο πολυμήχανος Οδυσσέας με το πανίσχυρο τόξο του γίγαντα Εύρυτου, ο Πάνδαρος που είχε διδαχθεί την τέχνη από τον ίδιο τον Απόλλωνα, ο θεσσαλός Φιλοκτήτης με το τόξο του Ηρακλή, ο κρής Μηριόνης που νίκησε στους ταφικούς αγώνες της Τροίας και άλλοι πολλοί.

ΒΥΖΑΝΤΙΝΗ ΠΕΡΙΟΔΟΣ

Στους Βυζαντινούς χρόνους ξεχωρίζει ο στρατηγός του Ιουστινιανού, Βελισάριος ο οποίος ήταν εξαίρετος τοξότης και οργάνωσε ένα νέο είδος βαρέως οπλισμένου, αλλά ευέλικτου ιππικού, τους κατάφρακτους, όπου οι άνδρες του ήταν οπλισμένοι εκτός των άλλων και με τόξο.

ΣΥΓΧΡΟΝΗ ΕΠΟΧΗ

Ο πρώτος γνωστός αγώνας Τοξοβολίας σε νεότερες εποχές, διεξάχθηκε στο Finsbury της Αγγλίας, το 1583, με την συμμετοχή 3.000 τοξοτών.

Στο παρελθόν πολλοί Βρετανοί μονάρχες ασχολήθηκαν με την Τοξοβολία, μεταξύ των οποίων η βασίλισσα Βικτόρια και ο Ερρίκος ο VIII, ο οποίος οργάνωσε αγώνες και ίδρυσε το 1537 τον πρώτο σύλλογο Τοξοβολίας, την Αδελφότητα του Αγ. Γεωργίου.

ΑΘΛΗΤΙΚΗ ΤΟΞΟΒΟΛΙΑ

Οι πρώτοι διεθνείς αγώνες έγιναν μεταξύ Άγγλων και Γάλλων το 1900, την ίδια χρονιά που το άθλημα έγινε δεκτό στους Ολυμπιακούς Αγώνες, στο Παρίσι.

Η Τοξοβολία διατηρήθηκε στο Ολυμπιακό πρόγραμμα μέχρι το 1920 στην Αμβέρσα, με εξαίρεση τους
Αγώνες της Στοκχόλμης, το 1912.

Κατά τη διάρκεια εκείνων των Ολυμπιάδων, κάθε αθλητής είχε δικαίωμα να συμμετάσχει σε περισσότερα του ενός αθλήματων, προκειμένου να διεκδικήσει πολλά μετάλλια.

Ο Βέλγος Hubert Van Innis, έμεινε γνωστός στην ιστορία ως ο τοξότης με τις περισσότερες Ολυμπιακές διακρίσεις. Κέρδισε 16 χρυσά και τρία αργυρά μετάλλια συνολικά, αγωνιζόμενος το 1900 και το 1920 στην Τοξοβολία και σε άλλα αθλήματα.

Η Τοξοβολία επανεντάχθηκε στους Ολυμπιακούς Αγώνες του Μονάχου, το 1972. Το 1988 στη Σεούλ, προστέθηκε και το ομαδικό αγώνισμα, ενώ από το 1992 καθιερώθηκε ο Ολυμπιακός Γύρος, ο νέος τρόπος διεξαγωγής του αθλήματος που πρόβαλε την Τοξοβολία θεαματικά.

Η Διεθνής Ομοσπονδία Τοξοβολίας (FITA) ιδρύθηκε το 1931 στο Lvov της Πολωνίας, όπου πραγματοποιήθηκε εκεί την ίδια χρονιά και το πρώτο παγκόσμιο πρωτάθλημα. Η FITA αριθμεί σήμερα 130 –χώρες-μέλη και διοργανώνει παγκόσμια πρωταθλήματα κάθε δεύτερο χρόνο. Η Ελλάδα αποτελεί μέλος της από το 1983, ενώ η Ελληνική Φίλαθλος Ομοσπονδία Τοξοβολίας (ΕΦΟΤ) ιδρύθηκε το 1999.
Τα αγωνίσματα της Τοξοβολίας που υπάγονται στον έλεγχο και τη διαχείριση της Ε.Φ.Ο.Τ. και διεξάγονται σύμφωνα με τους Διεθνείς Κανονισμούς της F.I.T.A. και της E.M.A.U. είναι:
·
Σκοπευτική Τοξοβολία Ολυμπιακό & Σύνθετο τόξο (Target Archery)
· Τοξοβολία πεδίου (Field Archery)
· Έφιππη Τοξοβολία (Mounted Archery)
· Τοξοβολία & Σκι (Ski Archery)
· Πέταγμα Βέλους (Flight Archery)
· Παραδοσιακή Ιαπωνική Τοξοβολία (Kyudo)
· Σκόπευση εδάφους δια καμπύλης (Clout Archery)
· Τρισδιάστατη τοξοβολία (3D Archery)
· Τοξοβολία με τρέξιμο (Archery Run)

και όσα άλλα υπάρχουν ή συμπεριληφθούν από τη F.I.T.A..

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου